- βιδάνιο
- το (λ. ιταλ.)1. το ποσοστό από τα κέρδη που παρακρατείται από τη χαρτοπαικτική λέσχη προς όφελός της.2. το ποτό που μένει στον πάτο του ποτηριού, το απόπιομα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.